Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μάρκος: Η αλληλεγγύη ως αδελφοσύνη ή ως τοκογλυφία.

Λόγος της «Έκτης Επιτροπής» του EZLN στο 2ο Εθνικό Φόρουμ Αλληλεγγύης στις ζαπατιστικές κοινότητες.
Χοχούτλα, Μορέλος.
Οκτώβρης 2007.

(…)

Κάτι από ιστορία.
«Τα πάντα φαίνονται αδύνατα την παραμονή», είχε πει κάποιος από τους δικούς μας, για να προσθέσει αργότερα, «αλλά προκύπτει τελικά ότι το αύριο είναι εδώ, κοντά, όχι όμως επειδή μας περιμένει, αλλά επειδή το χτίζουμε κάθε στιγμή, με βάση ένα άλλο ημερολόγιο».

Και, ανάμεσα στα αδύνατα του χθες, σήμερα συναντάμε το μέλλον. Οι άντρες, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι που αγκάλιασαν τον αγώνα, όπως αυτός συνοψίστηκε στην «Έκτη Διακήρυξη της Ζούγκλας Λακαντόνα» και αποφάσισαν να κάνουν κάτι Άλλο, από τα κάτω και αριστερά, συγκρούονται με τα αδύνατα του σήμερα.
Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά.
Η πρόσφατη ιστορία του ζαπατιστικού κινήματός μας, του κινήματος του Ζαπατιστικού Στρατού για την Εθνική Απελευθέρωση, έχει γνωρίσει αρκετές ανατροπές όσον αφορά τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο και ιδιαίτερα την πολιτική δράση.
Προετοιμαστήκαμε για εκείνο το ξημέρωμα του Γενάρη του 1994, πιστεύοντας ότι όχι μόνο θα είμαστε μόνοι, αλλά και ότι τα πάντα θα ήταν εναντίον μας.
Πριν από 14 χρόνια, με το φεγγάρι του Οκτώβρη να σκεπάζει τα βήματά μας, διευκρινίζαμε τις τελευταίες λεπτομέρειες τις εξέγερσης, στα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού. Και λέω «διευκρινίζαμε τις τελευταίες λεπτομέρειες», μόνο για να επαναλάβω μια κοινοτοπία. Στην πραγματικότητα, βαδίζαμε από το ένα μέρος στο άλλο, με μια χαλαρότητα που προκαλούσε μεγάλο προβληματισμό όσον αφορά τις πιθανότητες να επιτύχει πολιτικά και στρατιωτικά η ένοπλη εξέγερση χιλιάδων ιθαγενών και η κατάληψη επτά πόλεων της νοτιοανατολικής μεξικανικής πολιτείας της Τσιάπας.
Ο προσδιορισμός των τελευταίων προετοιμασιών της εξέγερσης έμοιαζε με την προσπάθεια να σκαλίσει κανείς με σφυρί και καλέμι ένα από αυτά τα μικρά κοσμήματα της κρυσταλλοποιίας που μας προκαλεί το θαυμασμό με τα χρώματα και τη λάμψη του. Έτσι ήταν τότε, έτσι είναι ακόμα και τώρα.


Ο αγώνας μας για την ελευθερία των λαών, ο πιο ωραίος, ευγενής και παλαιός στην ιστορία της ανθρωπότητας, έχει τόσα χρώματα και λάμψεις που, ακόμα και τώρα, σχεδόν 24 χρόνια από τότε που ταχθήκαμε σ’ αυτόν, δεν έχουμε καταφέρει να τα συναντήσουμε στο σύνολό τους.
Αυτό το γνωρίζουμε τώρα, όπως το γνωρίζαμε και τότε.
Όμως, δεν συνηθίζουμε να προσαρμόζουμε τα γεγονότα της ιστορίας μας για να παραδώσουμε μαθήματα που ποτέ δε δεχόμαστε ή να δώσουμε μια εντύπωση καθαρής συνοχής. Γι’ αυτό το λόγο, οφείλω να σας πω ότι το σχέδιο της εξέγερσης, εξετάζοντάς το τη μεγάλη και φωτεινή νύχτα του Οκτώβρη του 1993, έμοιαζε με μια μεγάλη αταξία με κομμάτια σπαζοκεφαλιάς που δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους.
Σήμερα βέβαια, θα μπορούσα να κομπάσω, με την απόσταση του ημερολογίου και παρατηρώντας τη νέα στρατιωτικοποίηση ολόκληρης της χώρας, και να πω ότι εκείνο το χάος ήταν μέρος του σχεδίου, και ότι σκόπιμα τα πάντα έμοιαζαν ακατάστατα, προκειμένου να αποπροσανατολίσουν τις κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών του Μεξικού και των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά δε θα το κάνω.
Αν ρωτούσαμε αυτό το σάκο των επαναλαμβανόμενων ερωτήσεων που εσείς ονομάζετε «φεγγάρι», τι είδε εκείνες τις νύχτες στα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού, σίγουρα θα σας έλεγε: «Έμοιαζε με μια πολύμορφη, κατακερματισμένη σκιά, χωρίς προορισμό».
Βέβαια, εγώ θα προτιμούσα το φεγγάρι να μας ανέφερε ως έναν «κατακερματισμένο καθρέφτη», αλλά κάποιος που κάνει τόσες ερωτήσεις, δεν μπορεί να πει ψέματα, αφού αυτό ήμασταν: μια κατακερματισμένη σκιά. Ίσως αυτό να είμαστε και τώρα, ίσως αυτό ξαναγίνουμε στο μέλλον.
Σε άλλες περιπτώσεις, έχω αναφέρει παραδείγματα από αυτόν τον τόσο ιδιόμορφο τρόπο που έχουμε εμείς οι ζαπατίστας, γυναίκες και άντρες, να αντιμετωπίζουμε το μέλλον, το αύριο. Υπάρχει ένα είδος ειρωνείας για το θάνατο και, ταυτόχρονα, μια μεγάλη ελπίδα για τη ζωή.
Γιατί;
Δεν ήταν λίγες οι μοναχικές ανατολές που προσπάθησα να απαντήσω σ’ αυτό το ερώτημα που μας θέτει το φεγγάρι ξανά και ξανά με τη φωτεινή και επαναλαμβανόμενη διαδρομή του. Ο γερο-Αντόνιο, εκείνος ο ιθαγενής Μάγια που ήταν για μας η πόρτα και το παράθυρο, τόλμησε να δώσει μια απάντηση:
«Είναι ζήτημα της γλώσσας και του χρόνου της. Ο ενεστώτας μιλιέται ατομικά, ο αόριστος και ο μέλλοντας συλλογικά. Ο θάνατος λοιπόν, είναι ένα ζήτημα που έχει δύναμη μόνο στο ατομικό, ενώ η ζωή είναι εφικτή μόνο στο συλλογικό. Γι’ αυτό λέμε «πεθαίνω» και γι’ αυτό λέμε «ζούμε» και «θα ζήσουμε».
Σε σχέση μ’ αυτό, μου έρχεται στο μυαλό η τυπική διάγνωση που έκαναν οι νοσοκόμες ζαπατίστας και πώς την ανακοίνωναν στους ασθενείς. Δεν ήταν ένα «δεν είναι σοβαρό, θα γίνεις καλά», αλλά ένα «έτσι κι αλλιώς θα πεθάνεις, αλλά όχι σύντομα, θα αργήσεις». Αυτό μάλιστα! Ο ασθενής συνερχόταν γρήγορα. Ωστόσο, δε ξέρω αν συνερχόταν έχοντας ως κίνητρο μια τόσο εμψυχωτική διάγνωση… ή επειδή, η αντάρτισσα υπεύθυνη υγείας, ετοιμάζοντας την ένεση, είχε την ευγένεια να πληροφορήσει τον ασθενή ότι την τελευταία φορά που είχε κάνει ένεση της είχε σπάσει η βελόνα μέσα στον πισινό του συντρόφου. «Καημένε σύντροφε», έλεγε, ενώ ψηλάφιζε μ’ ένα βαμβάκι ποτισμένο οινόπνευμα το μέρος όπου θα έκανε την ένεση, «νομίζω πως ακόμα έχει μέσα του το κομμάτι της βελόνας και γι’ αυτό στραβώνει».
Με όλα αυτά θέλω να πω ότι, ναι, πριν από 14 χρόνια σκεφτόμασταν το θάνατο, αλλά ήταν ένα θέμα προσωπικό, όπως είναι η οδοντόβουρτσα και τα εσώρουχα…, εντάξει, αν μπορούμε να ονομάσουμε εσώρουχα αυτά τα κομματάκια από ύφασμα που χρησιμοποιούν σήμερα οι γυναίκες και, επιπλέον, βρίσκουν τρόπους να φαίνονται, αφού κατεβάζουν τα παντελόνια μέχρι τους γοφούς.
Μμμ… με έπιασε ήδη πείνα, γι’ αυτό καλύτερα να βιαστώ να τελειώσω αυτό που θέλω να σας πω…
Σας έλεγα ότι αν ο πιθανός και ενδεχόμενος θάνατος ήταν και είναι για μας ένα θέμα ατομικό και προσωπικό, η ζωή ήταν και είναι μια υπόθεση του συλλογικού που ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε.
Με άλλα λόγια, για το ζαπατισμό του EZLN, η αποτυχία και ο θάνατος κλίνονται σε πρώτο ενικό πρόσωπο (το «Εγώ, Μου, Εμένα, Μαζί μου», που θα μπορούσε να αποτελέσει και τον τίτλο κάποιου από τους δίσκους του Χοακίν Σαμπίνα). Αντίθετα, η επιτυχία και η ζωή συμβαδίζουν πάντοτε με το «εμείς», που μας δίνει ταυτότητα, παρελθόν και μέλλον (το οποίο είναι γνωστό ως «Ουτοπία» και, σίγουρα, είναι ο τίτλος ενός από τους δίσκους του Χοάν Μανουέλ Σεράτ).
Με δυο λόγια, εκείνη την παραμονή του πολέμου ενάντια στη λήθη, δε μεταφέραμε μόνο τη φωτιά, αλλά και τις αμφιβολίες που είχαμε. Και ήταν πολλές. Όμως, δεν αφορούσαν την ατομική ή συλλογική μας μοίρα. Αυτά τα ζητήματα είχαν λυθεί εδώ και καιρό, όταν ο κάθε ένας και η κάθε μία από μας είχε φτάσει στο σημείο -και αυτό, ναι, είναι κάτι προσωπικό ή ατομικό-, όπου ανοίγονται οι δύο μεγάλοι δρόμοι που συνήθως εμφανίζονται στην πορεία του κόσμου: Πάνω ή κάτω; Δεξιά ή αριστερά; Ο ατομικός πρωταγωνισμός ή το συλλογικό ανώνυμο; Το φως ή η σκιά;
Όχι. Οι αμφιβολίες σχετίζονταν με αυτό που θα συναντούσαμε εκεί έξω.
Μπορείτε να το αποδώσετε στο διαλεκτικό πεσιμισμό μας ή στη δυσπιστία που έχουμε κληρονομήσει από τους προγόνους μας, αλλά πιστεύαμε ότι θα μας υποδεχθούν με τη σιωπή, με κλειστά αφτιά, την καταδίκη, το λιθοβολισμό. Και, φυσικά, με σφαίρες και βόμβες. «Δεν είναι βόμβες, είναι φωτοβολίδες», είχε πει ο αυτοαποκαλούμενος ιστορικός και οπαδός τότε του Κάρλος Σαλίνας δε Γκορτάρι, και αργότερα του Ερνέστο Σεντίγιο, του Βισέντε Φοξ, του Λόπες Ομπραδόρ (πριν τη νοθεία, φυσικά) και τώρα του Φελίπε Καλντερόν *. Νομίζω πως λέγεται Έκτορ Αγκιλάρ Καμίν και τώρα, βέβαια, υπογράφει κάποιο βιβλίο σχετικά με το Ακτεάλ, μιας και ο «γκαφατζής» Τέγιο Ντίας δεν ήταν εύκαιρος. Χρειάζονται κι άλλα χρήματα για να αναπτύξουν τις θυγατρικές τους, με αντάλλαγμα να ξεπλύνουν το έγκλημα του κράτους που έχει τη σφραγίδα ενός πολέμου εξόντωσης ο οποίος διαρκεί πλέον 515 χρόνια.
Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι το βιβλίο που αφορά το Ακτεάλ εκδίδεται στο χώρο του Γουστάβο Ιρουέγας, υπεύθυνου εξωτερικών σχέσεων της λεγόμενης νόμιμης κυβέρνησης του Λόπες Ομπραδόρ. Και ότι, τη στιγμή που καταγγέλλεται η συμμετοχή πρώην ανταρτών στην αντεπαναστατική στρατηγική που εξαπολύθηκε τότε, και κορυφώθηκε με τη Σφαγή του Ακτεάλ, λησμονιέται ότι ένας από τους επικεφαλής της κυβερνητικής αντιπροσωπείας του Σεντίγιο ήταν ο κύριος Ιρουέγας, ξαφνικά σημερινός νεοφώτιστος στην υπόθεση της αριστεράς.
Καλά, ας μην φεύγουμε από το θέμα. Σε τελική ανάλυση, ο Αγκιλάρ Καμίν θα βρει την απήχηση που χρειάζεται προκειμένου να εισπράξει από εκεί που εισέπραττε πάντα.
Ας επιστρέψουμε σ’ εκείνες τις μέρες. Γιατί, όπως προκύπτει, κάναμε λάθος. Και μάλιστα, δύο φορές.
Γιατί, τότε, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τις Θυγατρικές και τις αντίστοιχες Στροφές προς τα δεξιά, αλλά συναντήσαμε επίσης και εκείνους που προσπαθούσαν να καταλάβουν, να μας καταλάβουν, όπως πιστεύαμε.
Στο παρελθόν, έχω αναφερθεί στο γεγονός ότι εκείνη την περίοδο είχαμε την τύχη να υπολογίζουμε στο ενδιαφέρον ορισμένων εργαζόμενων στα μέσα επικοινωνίας, καθώς και καλλιτεχνών, προοδευτικών διανοουμένων και επιστημόνων. Το ενδιαφέρον που έδειξαν τότε ήταν κάτι ουσιαστικό και το θυμόμαστε, αν και κάθε φορά με μεγαλύτερη νοσταλγία.
Η παρουσία αυτών των ανθρώπων υπήρξε σημαντική. Ωστόσο, δε θα αναφερθώ τώρα στην αξιοσημείωτη απουσία τους, στην αξιόμεμπτη σιωπή τους, ή στην αντίστοιχη αποστασιοποίησή τους για λόγους σκοπιμότητας ή επειδή πέρασε η μόδα.
Αντίθετα, θα ήθελα να μιλήσω για όσους πλησιάζουν τους αγώνες, τα κινήματα και τους λαούς, προσφέροντας βοήθεια, ενώ, στην πραγματικότητα, χορηγούν δάνειο με πολύ υψηλά επιτόκια. Δηλαδή, για εκείνα τα άτομα που μετατρέπουν την αλληλεγγύη σ’ έναν αγώνα σε λάφυρο και χρησιμοποιούν αυτήν την υποστήριξη για να χτίσουν τη δική τους σκάλα προς την εξουσία.
Γιατί, όπως φαίνεται, όσο κάναμε λάθος τότε που υποθέταμε ότι θα είμαστε μόνοι, άλλο τόσο σφάλλαμε όταν πιστεύαμε ότι το αρχικό ενδιαφέρον, και η συμπάθεια, η υποστήριξη και η αλληλεγγύη στη συνέχεια, ήταν ειλικρινείς και έντιμες.
Εκείνες τις πρώτες μέρες, καθώς ήμασταν άσχετοι μ’ εκείνο το πήγαιν’ έλα των «από έξω», μας πλησίασαν άτομα τα οποία εμπιστευτήκαμε. Τότε όμως, δεν ξέραμε ότι μαζί με το χέρι βοήθειας, μετέφεραν τις φοβίες και τους εταίρους τους. Και, το μόνο που σκέφτονταν ήταν πώς θα κάνουν χρήση του χώρου που είχε κατακτηθεί με το αίμα των νεκρών μας.
Συνήθως, όταν μιλάμε με γενικότητες, αυτοί στους οποίους αναφερόμαστε βγάζουν γενικά συμπεράσματα και υποστηρίζουν ότι αναφερόμαστε σε άλλους. Γι’ αυτό, θα πρέπει να ονομάσουμε τα άτομα που ανήκαν στο «Εθνικό Συντονιστικό Δράσης Πολιτών για την Εθνική Απελευθέρωση» (CONAC-LN) και κατόπιν στο «Ευρύ Μέτωπο για την Οικοδόμηση του Κινήματος Εθνικής Απελευθέρωσης» (FAC-MLN). Αυτοί, όταν ήταν της μόδας οι κατηγορίες ότι είμαστε «ένοπλοι ρεφορμιστές» και «μικροαστοί», στράφηκαν εναντίον μας με μοναδικό ενθουσιασμό. Οι «ριζοσπάστες» του τότε, σήμερα είναι υπάκουα πρόβατα στα μαντριά της εξουσίας. Ο κύριος Μπενίτο Μιρόν Λίνσε αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σήμερα είναι ανώτατο στέλεχος της κυβέρνησης του Ομοσπονδιακού Διαμερίσματος της Πόλης του Μεξικού, αφού μεταπήδησε από θέση σε θέση, ξεχνώντας ότι πριν από μερικά χρόνια ήταν ένας οργισμένος επικριτής της θεσμικής αριστεράς και του ρεφορμισμού. Φυσικά, ο ριζοσπαστισμός του κράτησε μέχρι να τον αγγίξει ο προϋπολογισμός.
Αργότερα, ανακαλύψαμε ότι η υποτιθέμενη αλληλεγγύη στο ζαπατισμό, δεν ήταν τίποτα παραπάνω γι’ αυτούς από μια επένδυση.
Τα σημερινά ανώτατα στελέχη του δημοσίου διανέμουν ελεημοσύνες, νίπτοντας τας χείρας τους, επιδεικνύουν ή κρατούν κρυμμένες τις φωτογραφίες τους με τους ζαπατίστας, ανάλογα με το που φυσά ο άνεμος, αλληλοσυγχαίρονται για τη συνετή ωριμότητά τους και φουσκώνουν το πορτοφόλι τους με χαρτονομίσματα και πιστωτικές κάρτες και την καρδιά τους με άλλοθι που μεταμφιέζουν τις προδοσίες και την ενδοτικότητά τους.
Αυτό συνέβη, και συμβαίνει, όχι μόνο στο Μεξικό, αλλά και στην Ευρώπη. Ομάδες αλληλεγγύης που τότε έχτιζαν γέφυρες, σήμερα, είτε μας επιτίθενται, είτε τηρούν μια συνένοχη σιωπή, είτε αποστασιοποιούνται, μ’ έναν καιροσκοπισμό που εξαρτάται από την ταξινόμηση των ειδήσεων των μέσων επικοινωνίας.
Και, ισχυρίζονται ότι ο EZLN, για να ξεπληρώσει τη «βοήθεια που έχει δεχθεί» (έτσι το λένε), οφείλει να υποστηρίξει τις θέσεις τους όσον αφορά το δίκαιο αγώνα του βασκικού λαού, τις πολιτικές τους σε σχέση με την επαίσχυντη υποστήριξη του βορειοαμερικανικού και ευρωπαϊκού παρεμβατισμού, τις αγωνίες τους για τις μοναρχίες που κηλιδώνουν τη γηραιά ήπειρο, τη δράση τους, που αν και τόσο αποτελεσματική και ουδέτερη, βρωμάει. Και, αφού δεν το κάνουμε αυτό, είτε αποσύρονται είτε ακολουθούν ό,τι είναι της μόδας, προχωρώντας, βέβαια, προηγουμένως, σε δημόσια αποστασιοποίηση… ή σε ιδιωτική.
Σ’ αυτή τη γη και αλλού, οι τοκογλύφοι της αλληλεγγύης διεκδικούν από μας μια αυτοκριτική, απαιτούν να ζητήσουμε συγνώμη που δεν τους υπακούμε, δεν τους ακολουθούμε, δεν υποτασσόμαστε.
Τότε, σφάλλαμε. Τώρα, ξέρουμε ότι η αλληλεγγύη που δίνεται με όρους, περιμένοντας ανταλλάγματα, είναι απλά μια άλλη μορφή τοκογλυφίας, που φιλοδοξεί να αποκομίσει κέρδη από τον πόνο και τον αγώνα του άλλου.
Τα άτομα, οι ομάδες, οι συλλογικότητες και οι οργανώσεις που σκέφτονται ότι με τη βοήθεια και την αλληλεγγύη τους στους λαούς μας θα επιδοθούν στην τοκογλυφία, ας ξέρουν ότι δεν πρόκειται να έχουν κανένα κέρδος. Τους λέμε να κοιταχτούν στον καθρέφτη που αντικατοπτρίζει ένα ψεύτικο αριστερό πρόσωπο των «από πάνω», να συναντηθούν στα καφέ, στις συνεστιάσεις, στις συντακτικές τους ομάδες, στα εθνικά τους συμβούλια, στα κυβερνητικά τους γραφεία. Θα ακούσουν, με εκπληκτική ομοφωνία, ότι ο ζαπατισμός δεν είναι πια της μόδας, διέπραξε πολλά λάθη, δεν είναι ρεαλιστικός, είναι σεχταριστικός, ριζοσπαστικός, κακομαθημένος…, είναι συνεπής.
Μη με παρεξηγήσετε, δεν είναι επειδή είμαστε κακοπληρωτές ή δε θέλουμε να πληρώσουμε.
Πρόκειται απλά για μια σύγχυση.
Γιατί, σε αυτό τον μακρύ αγώνα, όλοι οι ινδιάνικοι λαοί, όχι μόνο οι ζαπατίστας, είμαστε οι πιστωτές.
Έτσι είναι από τότε που ο κόσμος ξεκίνησε το ταξίδι του. Έτσι ήταν πριν από 200 χρόνια. Έτσι ήταν πριν από έναν αιώνα.
Έτσι θα είναι όταν το ημερολόγιο των «από κάτω» μάς πλησιάσει ξανά για να παρουσιάσει στους «από πάνω» τον ατελείωτο λογαριασμό από χρέη που συσσωρεύονται από τα κάτω και αριστερά.
Γιατί, οφείλω να το πω, αυτό που ο Τσε ανέφερε, βλέποντας μακριά, δεν είναι παρά το μέρος όπου η ελευθερία αποτελεί ένα σημείο άφιξης, ενώ δίνει τη δυνατότητα για ένα νέο βήμα: το βήμα να γίνουμε καλύτεροι.

Αυτά. Χαιρετισμούς και απ’ όλα αυτά τα συν και τα πλην, ας κερδίσει το αύριο.

Εξεγερμένος υποδιοικητής Μάρκος, Οκτώβριος 2007.

* Σ.τ.Μ.: Ο Κάρλος Σαλίνας δε Γκορτάρι και ο Ερνέστο Σεντίγιο ήταν πρόεδροι του Μεξικού και ανήκαν στο «Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα» (PRI).
O Βισέντε Φοξ και ο Φελίπε Καλντερόν, οι δύο τελευταίοι πρόεδροι του Μεξικού, ανήκουν στο «Κόμμα Εθνικής Δράσης» (PAN).
O Λόπες Ομπραδόρ, που ανήκει στο υποτιθέμενο κεντροαριστερό κόμμα «Κόμμα Δημοκρατικής Επανάστασης» (PRD), ήταν υποψήφιος στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, με αντίπαλο τον Φελίπε Καλντερόν. Αμφισβήτησε το αποτέλεσμα, καταγγέλλοντας εκτεταμένη νοθεία, και διακήρυξε ότι αυτός είναι ο «νόμιμος πρόεδρος του Μεξικού».

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *