ΕΦΤΑ ΑΝΕΜΟΙ ΣΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟ ΚΑΤΩ Πρώτος άνεμος: μια οργισμένη αξιοπρεπής νεολαία

Καλό σας βράδυ

(Στα ελληνικά)
Συντρόφισσα, σύντροφε, Εξεγερμένη Ελλάδα. Εμείς, οι πιο μικροί, από αυτή τη γωνιά του κόσμου σε χαιρετάμε.
Δέξου τον σεβασμό μας και τον θαυμασμό μας γι’ αυτό που σκέφτεσαι και κάνεις. Από μακριά μαθαίνουμε από σένα. Ευχαριστούμε.

(Ελπίζω να μην έχω πει καμιά χοντράδα, αυτό που ήθελα να πω είναι… [επαναλαμβάνεται το ίδιο στα ισπανικά].

Σχετικά με τη βία και άλλα πράγματα

Εδώ και πολύ καιρό, το πρόβλημα στα ημερολόγια  και τις γεωγραφίες έχει ανησυχήσει και ξεσκεπάσει την Εξουσία. Τόσο στα πρώτα, όσο και στις δεύτερες, βλέπουμε (και θα δούμε) πώς αυτός ο καταπληκτικός μηχανισμός της κυριαρχίας ακινητοποιείται και διαλύεται. Για το λόγο αυτό,  προσπαθεί να δείξει μεγάλη προσοχή στο χειρισμό των γεωγραφιών και των ημερολογίων.

Στην περίπτωση των γεωγραφιών μοιάζει να είναι πιο ξεκάθαρο: σύμφωνα με το αδέξιο τέχνασμα που αποκαλύφθηκε από αυτό το Φεστιβάλ, η Ελλάδα βρίσκεται πολύ μακριά από την Τσιάπας. Στα σχολεία διδασκόμαστε ότι το Μεξικό χωρίζεται από τη Γαλλία, τη Χώρα των Βάσκων, την Ισπανία, την Ιταλία από έναν ωκεανό. Και αν δούμε το χάρτη, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η Νέα Υόρκη βρίσκεται πολύ βόρεια από τη μεξικανική ιθαγενή Τσιάπας. Κάτι το οποίο διέψευσαν οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι του «Κινήματος Δικαιοσύνη για τη Συνοικία» πριν από λίγες ώρες. Επίσης, η Αργεντινή βρίσκεται πολύ νοτιότερα από αυτή τη γη, κάτι το οποίο αψήφησε ο σύντροφος του Σολάνο που μόλις μίλησε. Ωστόσο, αυτός ο διαχωρισμός δεν υπάρχει ούτε στους από πάνω ούτε στους από κάτω. Η βάναυση νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, ο 4ος Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως λέμε εμείς οι Ζαπατίστας, έθεσε τα πιο απομακρυσμένα μέρη στον ίδιο χωροχρόνο για τη ροή του πλούτου … και την οικειοποίησή του.

Δεν έχουμε πλέον τα φανταστικά μυθιστορήματα που μιλούν για τους υποτιθέμενους ηρωικούς εξερευνητές-κατακτητές οι οποίοι, με το σπαθί και το σταυρό, νικούσαν την αδυναμία εκείνων που θα «εκπολίτιζαν». Αντί για 3 καραβέλες, υπάρχει ένας υπολογιστής υψηλής ταχύτητας. Αντί για έναν Ερνάν Κορτές, μια μαριονέτα που παίζει το ρόλο κυβέρνησης ταυτόχρονα, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Αντί για σπαθιά και σταυρούς, ένας μηχανισμός μαζικής καταστροφής και μια κουλτούρα που το κοινό της στοιχείο με το «φαστ φουντ» δεν είναι μόνο η πανταχού παρουσία τους (τα Μακ Ντόναλντς, όπως και ο Θεός, βρίσκονται παντού), αλλά και η δυσκολοχώνευτη και μηδαμινή διατροφική τους αξία.
Η ίδια αυτή παγκοσμιοποίηση κάνει τις βόμβες των ισραηλινών και βορειοαμερικανικών κυβερνήσεων να πέφτουν στη Γάζα και, την ίδια στιγμή, να συγκλονίζουν τον κόσμο ολόκληρο.

Με την παγκοσμιοποίηση, ολόκληρος ο κόσμος των από πάνω μάς έχει βάλει στο χέρι.. ή, για να το πω καλύτερα, στο μάτι, και στη συνείδηση. Οι βόμβες που δολοφονούν Παλαιστινίους πολίτες αποτελούν και μια προειδοποίηση την οποία πρέπει να εμπεδώσουμε και να αφομοιώσουμε. Και το παπούτσι που πετάχτηκε κατά του Μπους στο Ιράκ, μπορεί να αναπαραχθεί σε όλες σχεδόν τις γωνιές του πλανήτη.

Όλα αυτά πηγαίνουν χέρι χέρι με τη λατρεία του ατομικού. Ο ενθουσιασμός που ξύπνησε στους καθώς πρέπει το παπούτσι ενάντια στον Μπους (που απλά απέδειξε την αστοχία του δημοσιογράφου) συνιστά μια πρόσκαιρη ικανοποίηση για μια γενναία αλλά ανώφελη και ασήμαντη, ως προς την ουσία, ενέργεια, όπως κατέδειξε μερικές βδομάδες αργότερα η στήριξη που πρόσφερε η κυβέρνηση Μπους στο έγκλημα που διαπράττεται από την ισραηλινή κυβέρνηση στα παλαιστινιακά εδάφη… και την οποία ο διάδοχός του εγγυάται… και, συγνώμη αν απογοητεύω όλους όσους άναψαν κεριά κάτω από την εικόνα του Μπαράκ Ομπάμα.

Και ενώ η άστοχη βολή στο Ιράκ προκαλεί χειροκροτήματα, η εξέγερση στην Ελλάδα προκαλεί ανησυχία: «Υπάρχει ο κίνδυνος η εξέγερση στην Ελλάδα να εξαπλωθεί και στην υπόλοιπη Ευρώπη», προειδοποιούν και ξορκίζουν.

Έχουμε ήδη ακούσει και διαβάσει αυτά που μας έχει μεταδώσει η εξεγερμένη ελληνική νεολαία για τον αγώνα της και για όσα αντιμετωπίζει. Τα ίδια πράγματα αντιμετωπίζουν στην Ιταλία και ετοιμάζουν την αντίστασή τους απέναντι στην κυβερνητική δύναμη. Τα ίδια αντιπαλεύει και ο καθημερινός αγώνας των συντρόφων και συντροφισσών μας που βρίσκονται βορειότερα του βορά.

Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, όλοι οι από πάνω βγάζουν τα λεξικά τους και βρίσκουν τη λέξη «βία», αντιπαραθέτοντάς την με τη «θεσμικότητα». Και, χωρίς να την εντάσσουν σε κανένα πλαίσιο, δηλαδή, ταξική τοποθέτηση, κατηγορούν, δικάζουν και καταδικάζουν.

Και μας λένε πως η νεολαία της Ελλάδας που βάζει φωτιά σε ολόκληρη την ελληνική χερσόνησο είναι βίαιη. Φυσικά, το γεγονός ότι ένας αστυνομικός δολοφόνησε ένα νέο αλλοιώνεται, ακρωτηριάζεται, αποσιωπάται.

Στο Μεξικό, στη γεωγραφία που σημαδεύεται από την πόλη με το ίδιο όνομα, μια κυβέρνηση της θεσμικής αριστεράς δολοφόνησε μια ομάδα νέων, εφήβων στην πλειοψηφία τους. Ένα μέρος της προοδευτικής διανόησης τήρησε μια συνένοχη σιωπή, λέγοντας ότι αυτό έγινε με στόχο να αποσπάσει την προσοχή του κοινού, η οποία υποτίθεται πως έπρεπε να εστιαστεί στο καρναβάλι που είχε μετατραπεί η υποτιθέμενη υπεράσπιση του πετρελαίου. Οι σεξουαλικές επιθέσεις που υπέστησαν λίγο αργότερα νέες γυναίκες στα κελιά της απομόνωσης της αστυνομίας εξαφανίστηκαν μέσα στο θόρυβο που προκάλεσε η αναγγελία εν χορδαίς και οργάνοις της διαβούλευσης που κατέληξε σε αποτυχία. Και, από την άλλη πλευρά, δεν υπήρξε καταδίκη για τη βία της αστυνομίας που, αντίθετα με όσα ειπώθηκαν, έδρασε συντεταγμένα. Αυτή η αστυνομία προετοιμαζόταν εδώ και χρόνια για να καταστέλλει, να εξαπολύει επιθέσεις και να κακοποιεί νέους, πλανόδιους μικροπωλητές, εργαζόμενους/ες στον τομέα του σεξ, κατοίκους γειτονιών και όλους όσους διαφωνούν με την κυβέρνηση των παγοδρομίων, των υπερθεαμάτων τύπου Φουχιμόρι και των συνταγών για μπισκότα. Και, ας μην ξεχνάμε ότι το δόγμα που εμπνέει αυτήν την αστυνομία το εισήγαγε στην Πόλη του Μεξικού ο σημερινός «νόμιμος» πρόεδρος του Μεξικού την εποχή που ήταν αρχηγός της κυβέρνησης του Ομοσπονδιακού Διαμερίσματος.

Στην Πόλη του Μεξικού και στην Ελλάδα η κυβέρνηση δολοφονεί νέους.

Το κυβερνητικό δίδυμο ΗΠΑ-Ισραήλ χαράσσει τώρα στη Γάζα τη γραμμή που πρέπει να ακολουθηθεί: είναι πιο αποτελεσματικό να τους σκοτώνουμε όταν είναι ακόμη παιδιά.

Στο Μεξικό, πριν από 10 χρόνια σύμφωνα με το σημερινό ημερολόγιο, νεαροί φοιτητές του UNAM δημιούργησαν ένα κίνημα που οδήγησε σε απόγνωση την καθώς πρέπει αριστερά η οποία, υστερική όπως και σήμερα, τους συκοφάντησε και τους απαξίωσε με βάναυσο τρόπο. Και τότε έλεγαν ότι επρόκειτο για ένα βίαιο κίνημα που είχε στόχο τον αποπροσανατολισμό από την γκρίζα προεκλογική εκστρατεία του γκρίζου προεδρικού υποψηφίου του γκρίζου Κόμματος της Δημοκρατικής Επανάστασης. Τώρα, 10 χρόνια μετά, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το UNAM παραμένει δημόσιο και δωρεάν χάρη στην αποφασιστικότητα αυτών των αντρών και των γυναικών, αυτών των νέων, τους οποίους σήμερα χαιρετίζουμε.

Όμως, στο βασανισμένο μας Μεξικό, αυτοί που διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στη χρήση και την κατάχρηση της διαστρέβλωσης του όρου «βία» είναι ο Φελίπε Καλδερόν Ινοχόσα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που τον συνοδεύουν (κάθε φορά και λιγότερα, βέβαια). Ο κύριος Καλδερόν, οπαδός των ηλεκτρονικών παιχνιδιών στρατηγικής σε πραγματικό χρόνο (το αγαπημένο του παιχνίδι, όπως είχε δηλώσει κάποτε, είναι το “Age of Empires” – «η εποχή των αυτοκρατοριών»), αποφάσισε πως, αντί για άρτο και θεάματα, έπρεπε να προσφέρει στο λαό αίμα. Καθώς τα θεάματα τα προσφέρουν ήδη οι επαγγελματίες πολιτικοί και ο άρτος είναι πια πολύ ακριβός, ο Καλδερόν, στηριζόμενος σε μια από τις συμμορίες λαθρεμπόρων ναρκωτικών, αποφάσισε να κηρύξει τον πόλεμο σε μια άλλη. Παραβιάζοντας το Σύνταγμα, έστειλε το στρατό να εκτελέσει χρέη αστυνομικού, εισαγγελέα, δικαστή, δεσμοφύλακα και εκτελεστή. Το γεγονός ότι χάνει αυτόν τον πόλεμο το ξέρουν όλοι όσοι δε βρίσκονται στην κυβέρνησή του -όπως επίσης ξέρουν ότι ο θάνατος του στενού συνεργάτη του ήταν δολοφονία, παρόλο που δε δημοσιεύεται. (Σ.τ.Μ.: Αναφέρεται στον υπουργό Εσωτερικών Καμίλο Μουρίνιο).

Στον πόλεμό τους, οι κυβερνητικές δυνάμεις του Καλδερόν έχουν στο  ενεργητικό τους τη δολοφονία πολλών ανθρώπων που δε χρωστούσαν τίποτε, παιδιών και αγέννητων.

Με τον Καλδερόν επικεφαλής, η κυβέρνηση του Μεξικού προχωράει ένα βήμα παραπάνω από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ισραήλ: αυτή τα σκοτώνει από την κοιλιά της μάνας τους.

Λένε όμως, και ήδη το επαναλαμβάνουν εκφωνητές και αρχισυντάκτες, ότι θα χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του κράτους για να καταπολεμήσουν τη βία του οργανωμένου εγκλήματος.

Και, ολοένα και περισσότερο, βλέπουμε το οργανωμένο έγκλημα να είναι αυτό που ηγείται της δύναμης του κράτους.

Αν και όλα αυτά μπορεί να αποτελούν ένα έξυπνο στρατήγημα του Καλδερόν, με στόχο τον αποπροσανατολισμό του κόσμου. Καθώς το κοινό είναι απασχολημένο με την αιματηρή αποτυχία του πολέμου ενάντια στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών, ίσως να μην αντιληφθεί την αποτυχία του Καλδερόν στην οικονομική πολιτική.

Αλλά ας επιστρέψουμε στην καταδίκη της βίας που γίνεται από τους από πάνω.

Υπάρχει μια απατηλή μετάλλαξη, μια ψεύτικη ταυτολογία: λένε πως καταδικάζουν τη βία, στην πραγματικότητα όμως, καταδικάζουν τη δράση.

Γι’ αυτούς, για τους από πάνω, η ιδιότητα του ασυμβίβαστου αποτελεί ασθένεια του ημερολογίου ή, όταν την αψηφούμε, μια εγκεφαλική παθολογία που, σύμφωνα με ορισμένους, θεραπεύεται με μεγάλη πνευματική αυτοσυγκέντρωση, με την εναρμόνισή μας με το σύμπαν και, μ’ αυτόν τον τρόπο, είμαστε όλοι άνθρωποι… ή πολίτες.

Γι’ αυτούς τους βίαιους ειρηνιστές είμαστε όλοι άνθρωποι: άνθρωπος είναι η νεαρή ελληνίδα που σηκώνει το χέρι με τη μολότοφ, άνθρωπος είναι και ο αστυνομικός που δολοφονεί τους Αλέξηδες που υπήρξαν και θα υπάρξουν σ’ αυτόν τον κόσμο. Άνθρωπος είναι το παιδί της Παλαιστίνης που κλαίει στην κηδεία των νεκρών από τις ισραηλινές βόμβες αδερφών του, άνθρωπος είναι και ο πιλότος του μαχητικού αεροπλάνου με το άστρο του Δαβίδ στην άτρακτο. Άνθρωπος είναι ο κύριος Τζωρτζ Μπους, άνθρωπος είναι και ο δολοφονημένος από τους συνοριοφύλακες της Αριζόνα μετανάστης χωρίς χαρτιά. Άνθρωπος είναι ο πολυεκατομμυριούχος Κάρλος Σλιμ, άνθρωπος είναι και η σερβιτόρα των Σάνμπορνς που πρέπει να ταξιδέψει 3 και 4 ώρες για να πάει και να γυρίσει από τη δουλειά της, και αν καθυστερήσει απολύεται. Άνθρωπος είναι ο κύριος Καλδερόν, που λέει ότι είναι αρχηγός της μεξικανικής ομοσπονδιακής εκτελεστικής εξουσίας, άνθρωπος είναι και ο αγρότης που εκδιώκεται από τη γη του. Άνθρωπος είναι ο κύριος Λόπες Ομπραδόρ, άνθρωποι είναι και οι δολοφονημένοι ιθαγενείς στην Τσιάπας, για τους οποίους ούτε είδε ούτε άκουσε τίποτα. Άνθρωπος είναι ο κύριος Πένια Νιέτο, που λεηλατεί το μεξικανικό κράτος, άνθρωπος είναι και ο αγρότης Ιγνάσιο δελ Βάγιε, από το «Μέτωπο του Λαού για την Υπεράσπιση της Γης», στο Ατένκο, κρατούμενος επειδή υπερασπίστηκε τους φτωχούς. Άνθρωποι είναι, τέλος, οι άντρες και οι γυναίκες που κατέχουν τον πλούτο και την εξουσία, και άνθρωποι είναι οι άντρες και οι γυναίκες που δεν έχουν τίποτα άλλο εκτός από την αξιοπρεπή οργή τους.

Και, οι από πάνω ζητούν και απαιτούν: «Πρέπει να πούμε όχι στη βία, απ’ όπου κι αν προέρχεται…», φροντίζοντας να δίνουν έμφαση στη βία που προέρχεται από τα κάτω.

Σύμφωνα μ’ αυτούς, όλοι και όλες πρέπει να ζουν αρμονικά, έτσι ώστε οι διαφορές και οι αντιφάσεις τους να εξομαλύνονται, και να φωνάζουν το σύνθημα: «και ο ένοπλος λαός είναι εκμεταλλευόμενος», αναφερόμενοι στους στρατιώτες και τους αστυνομικούς.

Η θέση μας ως Ζαπατίστας είναι ξεκάθαρη. Δεν υποστηρίζουμε τον πασιφισμό που γίνεται σημαία όταν αυτός που θα γυρίσει και το άλλο μάγουλο είναι κάποιος άλλος, ούτε τη βία που γεννιέται όταν αυτοί που βάζουν τους νεκρούς είναι κάποιοι άλλοι. Εμείς είμαστε αυτοί που είμαστε, με όλα τα καλά και τα κακά που έχουμε, για τα οποία ευθυνόμαστε εμείς.

Θα ήταν όμως αφέλεια να σκεφτούμε πως ό,τι καλό έχουμε καταφέρει, ακόμα και το προνόμιο να σας ακούμε και να μαθαίνουμε από σας, θα το είχαμε επιτύχει, αν για μια ολόκληρη δεκαετία δεν προετοιμαζόμασταν για εκείνο το ξημέρωμα της πρώτης Γενάρη, πριν από 15 χρόνια.

Δε γίναμε γνωστοί ούτε από κάποια πορεία ούτε από κάποια διακήρυξη  υπογεγραμμένη από τους κάτωθι. Γίναμε γνωστοί στον κόσμο από έναν ένοπλο στρατό, από τις μάχες που δώσαμε ενάντια στις ομοσπονδιακές δυνάμεις, από την ένοπλη αντίσταση.

Και οι πεσόντες σύντροφοι και συντρόφισσές μας, νεκροί ή «εξαφανισμένοι», πέθαναν σε ένα βίαιο πόλεμο που δεν ξεκίνησε πριν από 15 χρόνια, αλλά πριν από 500, 200, 100 χρόνια.

Δεν πλέκω το εγκώμιο της βίας, απλά επισημαίνω ένα καταγεγραμμένο γεγονός: σε πόλεμο μας γνώρισαν, σε πόλεμο βρισκόμαστε αυτά τα 15 χρόνια, σε πόλεμο θα συνεχίσουμε να είμαστε, μέχρι αυτή η γωνιά του κόσμου που λέγεται Μεξικό να αποκτήσει το δικό της προορισμό, χωρίς εξαπατήσεις, χωρίς παραγκωνισμούς, χωρίς υποκρισίες.

Η Εξουσία έχει ως μέσο κυριαρχίας τη βία, όπως και την τέχνη και την κουλτούρα, τη γνώση, την ενημέρωση, το σύστημα δικαιοσύνης, την εκπαίδευση, τη θεσμική πολιτική και, φυσικά, την οικονομία.

Κάθε αγώνας, κάθε κίνημα, που αναπτύσσεται σε συγκεκριμένες γεωγραφίες και ημερολόγια, πρέπει να καταφεύγει σε διάφορες μορφές αγώνα. Η βία δεν είναι η μόνη ούτε, ίσως, η καλύτερη, είναι όμως μία από αυτές τις μορφές αγώνα.

Το να αντιμετωπίζεις με λουλούδια τις κάνες των όπλων είναι μια όμορφη χειρονομία, υπάρχουν ακόμη και φωτογραφίες που απαθανατίζουν αυτήν την ενέργεια. Μερικές φορές όμως, πρέπει να φροντίζουμε τα όπλα αυτά να αλλάζουν στόχο και να στρέφονται προς τα πάνω.

Ο κατήγορος και ο κατηγορούμενος

Μας κατηγορούν για πολλά πράγματα, είναι αλήθεια. Και ίσως, για κάποια από αυτά, να είμαστε ένοχοι, αλλά αυτή τη στιγμή θα ήθελα να σταθώ σε ένα:

Δεν πυροβολήσαμε το ρολόι του χρόνου εκείνη την πρώτη Γενάρη, ούτε τη μετατρέψαμε σε μια νοσταλγική επέτειο ήττας, όπως έκαναν κάποιοι από τη γενιά του ’68 σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως έκαναν στο Μεξικό με το ’88 και τώρα, ακόμη και με το 2006. Σ’ αυτήν τη νοσηρή λατρεία για τα απατηλά ημερολόγια θα επανέλθω αργότερα.

Ούτε διαμορφώνουμε την ιστορία για να της αλλάξουμε όνομα, με την επισήμανση πως είμαστε ή ήμασταν οι μοναδικοί ή οι καλύτεροι, ή και τα δύο μαζί (κάτι το οποίο κάνει αυτή η ομαδική υστερία που λέγεται κίνημα του Λόπες Ομπραδόρ, και σ’ αυτό όμως θα επανέλθω αργότερα).

Υπήρξαν και υπάρχουν αυτοί που μας ασκούν κριτική επειδή δεν κάναμε το άλμα «προς τη ρεαλπολιτίκ», την εποχή που τα πολιτικά μας ομόλογα, δηλαδή η μιντιακή μας αξιολόγηση, ευνοούσε μια καλή τιμή στην αγορά των εκλογικών (και όχι πολιτικών) επιλογών για την αξιοπρέπειά μας.

Μας κατηγορούν, συγκεκριμένα, ότι δεν υποκύψαμε στη γοητεία της εξουσίας, μιας εξουσία που κατάφερε λαμπρότατους ανθρώπους από την αριστερά να λένε και να κάνουν πράγματα για τα οποία ο καθένας θα ντρεπόταν.

Μας κατηγόρησαν επίσης για «ακραίο παραλογισμό» ή «ριζοσπαστισμό», επειδή στην 6η Διακήρυξη της Ζούγκλας Λακαντόνα επισημαίνουμε πως το καπιταλιστικό σύστημα είναι η αιτία των μεγάλων δεινών που βασανίζουν την ανθρωπότητα. Σήμερα, δεν επιμένουν πια σε αυτό, αφού το ίδιο λένε ακόμα και οι εκπρόσωποι του μεγάλου χρηματιστηριακού κεφαλαίου στη Γουόλ Στριτ.

Βέβαια, τώρα που όλος ο κόσμος μιλά και ξαναμιλά για την παγκόσμια κρίση, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως 13 χρόνια πριν, το 1996, ένα αξιοπρεπές και οργισμένο σκαθάρι μας είχε προειδοποιήσει. Ο Δον Ντουρίτο της Λακαντόνα, στην πιο σύντομη ανακοίνωση που έχω ακούσει ποτέ στη νεαρή ηλικία που είμαι, έλεγε πως «το πρόβλημα με την παγκοσμιοποίηση είναι πως γρήγορα οι φούσκες σκάνε».

Μας κατηγορούν γιατί δεν περιοριζόμαστε στην επιβίωσή μας, την οποία έχουμε οικοδομήσει σε αυτή την ινδιάνικη γη με θυσίες και τη στήριξη των από κάτω από τις διάφορες γωνιές του πλανήτη, και γιατί δεν απομονωνόμαστε σε αυτό που λαμπρά μυαλά (έτσι αυτοαποκαλούνται) ονομάζουν «το ζαπατιστικό εργαστήριο» ή «η κομμούνα της Λακαντόνα».

Μας κατηγορούν ότι βγήκαμε, ξανά και ξανά, για να έρθουμε αντιμέτωποι με τη Εξουσία και να αναζητήσουμε άλλες, άλλους, εσάς, που κάνετε το ίδιο, χωρίς ψεύτικες παρηγοριές ή συμβιβασμούς.

Μας κατηγορούν ότι επιβιώσαμε.

Και δεν αναφέρονται στην αντίσταση που μας επιτρέπει να πούμε, 15 χρόνια μετά, ότι συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε, και όχι απλά να ζούμε.

Αυτό που τους ενοχλεί είναι ότι επιβιώσαμε ως μια διαφορετική αναφορά του αγώνα, της κριτικής σκέψης, της πολιτικής ηθικής.

Μας κατηγορούν, ποιος θα το ‘λεγε, ότι δεν υποταχθήκαμε, δεν ξεπουληθήκαμε, δε συνθηκολογήσαμε.

Μας κατηγορούν, με δυο λόγια, ότι είμαστε Ζαπατίστας, ότι ανήκουμε στο Ζαπατιστικό Στρατό για την Εθνική Απελευθέρωση.

Σήμερα, 515 χρόνια μετά, 200 χρόνια μετά, 100 χρόνια μετά, 25 χρόνια μετά, 15 χρόνια μετά, 5 χρόνια μετά, 3 χρόνια μετά, δηλώνουμε: είμαστε ένοχοι.

Και, σύμφωνα με το νεοζαπατιστικό τρόπο, όχι μόνο το ομολογούμε, αλλά και το γιορτάζουμε.

Αν και δεν πιστεύουμε πως αυτό θα πληγώσει μερικούς εκεί πάνω που προσποιούνται τους προοδευτικούς ή μεταμφιέζονται σε αριστερούς ενός ξεθωριασμένου κίτρινου ή ακόμη και άχρωμους, ωστόσο, πρέπει να το πούμε:

Ο EZLN ζει! Ζήτω ο EZLN!

Ευχαριστώ πολύ.

Υ.Γ: Εφτά Παραμύθια για Κανέναν.

Παραμύθι 1ο: Έτσι ήταν…

Ακούσαμε ήδη τον εξεγερμένο αντισυνταγματάρχη Μοϊσές να με παρουσιάζει ως παιδί Ζαπατίστα. Ίσως για να προκαλούμε το ημερολόγιο, σ’ εμάς τους Ζαπατίστας μας αρέσει να συμπληρώνουμε τα χρόνια ανάποδα, και αντί για τα 515 χρόνια που λέει ότι είμαι η ληξιαρχική πράξη γέννησής μου, εγώ έχω κλείσει τα 5 και μπήκα στα 6, δηλαδή είμαι 7 χρόνων. Είναι πιθανό. Σε τελική ανάλυση, αν κάτι έχει αποδείξει ο ζαπατισμός, είναι το γεγονός ότι πολλά πράγματα που έμοιαζαν ανέφικτα, γίνονται εφικτά, με φαντασία, δημιουργικότητα και τόλμη.

Υπερασπίζοντας το περίεργο ημερολόγιό μου, μπορώ να πω ότι με τα παιδιά μοιράζομαι το φόβο για τις ενέσεις και την απόλαυση για τα παραμύθια και τις ιστορίες.

Πριν από λίγο καιρό, μιλώντας με μια συντρόφισσα από την πόλη, της ανέφερα μερικά πράγματα που συμβαίνουν εδώ. Εκείνη μου είπε ότι δεν τα πίστευε. Εγώ της απάντησα ότι την καταλάβαινα. Ακριβώς επειδή δεν επρόκειτο να τα πιστέψουν, τα εξιστορούσα σαν να είναι παραμύθια.

Στα βουνά μας συμβαίνουν πράγματα που μπορεί σε σας να φαίνονται απίστευτα. Γι’ αυτό σας τα διηγούμαι ως τέτοια, σαν να είναι παραμύθια.

Γιατί, μοιάζει απίστευτο ότι στα βουνά μας κατοικεί πραγματικά ένα σκαθάρι με την έπαρση περιπλανώμενου ιππότη, ότι υπάρχει μια ασυμβίβαστη πετρούλα που εκπαιδεύεται για να γίνει σύννεφο, ότι ο Σουπ συμμαχεί με παιδιά Ζαπατίστας για να συντάξει ένα μέρος από το Εθνικό Πρόγραμμα Αγώνα που απαγορεύει ρητά την παραγωγή, τη διακίνηση και την κατανάλωση ενέσεων, ότι ο γερο-Αντόνιο εμφανίζεται κάθε τόσο με ιστορίες και μύθους που του έχουν διηγηθεί οι πρωταρχικοί θεοί, αυτοί που γέννησαν τον κόσμο, ότι ο Ελίας Κοντρέρας, από την Επιτροπή Έρευνας του Ζαπατιστικού Στρατού για την Εθνική Απελευθέρωση, ήταν ήδη νεκρός όταν πήγε στην πόλη για να αγωνιστεί ενάντια στο κακό και στον Κακό, ότι ένας ομοφυλόφιλος, εργάτης στο χώρο του σεξ, του έσωσε παραδόξως τη ζωή, ένα κρύο ξημέρωμα στην πρωτεύουσα, ενώ ήταν ήδη νεκρός, και ότι μερικές φορές μιλούσε όπως μιλούν οι μουσικοί του σκα, ότι η Τονίτα κουβαλάει στους ώμους της 3 γενιές και 6 χρόνια και μπαίνει χωρίς άδεια στη Γενική Διοίκηση του EZLN, ότι η σελήνη κάποιες φορές μεθάει επειδή ο έρωτάς της δεν έχει ανταπόκριση, ότι τα παιδιά πιστεύουν και φέρονται λες και ο Σουπ είναι ακόμη ένα παιδί που δεν έχει αφήσει αυτήν την περίεργη πιπίλα που βγάζει καπνό, ότι η εξεγερμένη Έρικα επανίδρυσε το μαρξισμό με τάσεις αληθινά φεμινιστικές, ότι μια μέρα έριξαν μια βόμβα σ’ ένα ζαπατιστικό στρατόπεδο και δεν πέθανε κανείς, ότι μια σελήνη μοχθηρή και πεισματάρα καταράστηκε τον Ίσκιο τον μαχητή κι όμως, αυτός συνεχίζει να θέλει να δύσει, ότι υπάρχει μια κουκουβάγια που αντί για ελληνικά και λατινικά μελετάει τους καταλόγους με γυναικεία εσώρουχα, ότι υπάρχει ένα κοριτσάκι που λέγεται Δεκέμβρης και που, όπως δείχνει και το όνομά της, γεννήθηκε το Νοέμβρη, ότι ο Μοϊσές ξέρει πως όταν δε βρίσκει τον Σουπ στη Γενική Διοίκηση, πρέπει να τον ψάξει στην κορυφή της Σέιμπα.

Έτσι, αντί να συζητάτε για το πόσο αληθινά είναι αυτά τα τόσο καθημερινά πράγματα στα βουνά μας, έρχομαι εγώ, ένας οποιοσδήποτε υποδιοικητής, και σας μιλάω γι’ αυτά σαν να είναι παραμύθια.

Πριν από λίγο, δώσαμε στη συντρόφισσα που μίλησε για την εξεγερμένη Ελλάδα έναν πίνακα που έφτιαξε η συντρόφισσα από την πόλη Μπεατρίς Αουρόρα. Στον πίνακα απεικονίζεται με πολλά χρώματα αυτή η πόλη, το Σαν Κριστόμπαλ δε λας Κάσας, στην Τσιάπας, και φαίνονται τα μέρη όπου εργάζονται άνθρωποι που αγωνίζονται σαν κι εμάς, αν και χωρίς όπλα και κουκούλες.

Το νόημα αυτού του δώρου ίσως γίνει καλύτερα κατανοητό με αυτό που θα σας διηγηθώ:

Πριν από 15 χρόνια, τα στρατεύματά μας κατέλαβαν 7 μεγάλες πόλεις: τη Λας Μαργκαρίτας, το Οκοσίνγκο, το Αλταμιράνο, το Σαν Κριστόμπαλ δε λας Κάσας, το Οχτσούκ και το Τσανάλ. Εκείνη την εποχή, οι κυβερνητικές δυνάμεις που τις φρουρούσαν, είτε παραδόθηκαν είτε αιφνιδιάστηκαν.

Μπορούμε να πούμε μάλιστα ότι η κατάληψη αυτής της πόλης που βρισκόμαστε τώρα, του Σαν Κριστόμπαλ δε λας Κάσας, οχυρού του ρατσισμού των λευκών, ήταν αυτή που μας έκανε γνωστούς σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Είναι πιθανό.
Αυτό που ξέρω με σιγουριά είναι ότι η κατάληψη του Οκοσίνγκο, της Λας Μαργκαρίτας και του Αλταμιράνο ήταν αυτή που μας κατέστησε κυρίαρχους στο έδαφος και μας επέτρεψε την κατάληψη της καλλιεργήσιμης γης και την ανάκτησή της, ύστερα από εκατοντάδες χρόνια λεηλασίας. Αυτή η κατάληψη της γης ήταν η οικονομική βάση για να οικοδομήσουμε τη ζαπατιστική αυτονομία.

Σε σχέση μ’ αυτό έχω ήδη μιλήσει πριν από ένα χρόνο, και όσοι θέλουν να το μελετήσουν πρέπει να το ψάξουν στο Ίντερνετ ή να συμβουλευτούν κανένα «περιθωριακό» έντυπο, αφού, όπως είναι φανερό, οτιδήποτε δεν είναι υπέρ ή είναι ενάντια στο κίνημα του Λόπες Ομπραδόρ δε δημοσιεύεται.

Μιλώντας για φαντασία, δημιουργικότητα και τόλμη για να γίνει εφικτό το ανέφικτο, οι ιστορίες που θα σας διηγηθώ στη συνέχεια δεν είναι παραμύθια και δεν είναι ζαπατιστικές. Αναφέρονται όμως σε αυτό που συνέβη πριν από 15 χρόνια και συγκλόνισε τον κόσμο, αλλά και τον εσωτερικό κόσμο των ιθαγενών, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια.

Η πρώτη ιστορία είναι για έναν φιλοκυβερνητικό ιθαγενή Τσοτσίλ και η δεύτερη για έναν μη Ζαπατίστα ιθαγενή που επιβιώνει πουλώντας τα προϊόντα του στην αγορά αυτής της πόλης. Πρόκειται για τη μετάφραση στα ισπανικά μιας αγγλικής μετάφρασης από μια ισπανική μετάφραση ιστοριών από τα τσοτσίλ, και γι’ αυτό θα ακούσετε ένα κείμενο με πολύ εκλεπτυσμένο συντακτικό και λεξιλόγιο *.

* Μετάφραση του Jan Rus, στο βιβλίο του Marián Perez Tzu, “Indigenous Revolts”, Grosnor & Ouweneel, Cedla, Άμστερνταμ, 1996, σ. 122-128. Περιλαμβάνεται στο “Antigua y nueva palabra. Antología de la literatura mesoamericana desde los tiempos precolombinos hasta el presente”, Miguel León-Portilla y Earl Shorris, con Sylvia S. Shorris y Ascensión H. de León-Portilla, Ed. Aguilar, Μεξικό, Οκτώβρης 2004, σ. 732-733.«Πριν από την εισβολή στο Σαν Κριστόμπαλ, όλος ο κόσμος μιλούσε διαρκώς για το πώς οι στρατιώτες της στρατιωτικής βάσης που επιτηρούσαν τη νότια είσοδο της πόλης είχαν στήσει ενέδρες γύρω από όλες τις θέσεις τους, καθώς και για τον τρόπο που τις είχαν τοποθετήσει, ώστε ποτέ κανείς να μην τολμήσει να τους επιτεθεί. Αν οι φτωχοί ιθαγενείς, με κάποια ευκαιρία, τολμούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα, έλεγαν, οι στρατιώτες θα τους αποδεκάτιζαν επί τόπου, πριν ακόμη προλάβουν να βγουν από το δάσος. Οι αξιωματικοί του στρατού είναι δάσκαλοι στην τέχνη του φόνου, έλεγαν, και το μόνο που έχουν να κάνουν καθημερινά, το μοναδικό καθήκον τους, είναι να εκπαιδεύουν τους νεοσύλλεκτους στρατιώτες για να σκοτώνουν. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, για να συντρίψουν μια ομάδα ρακένδυτων χωρικών, έλεγε όλος ο κόσμος, οι στρατιώτες είχαν επίσης τεράστιες ποσότητες βομβών, αποθηκευμένες στο οχυρό τους. Και αυτές δεν ήταν παρά βόμβες ειδικές για να σκοτώνουν ινδιάνους!

Σύμφωνα με όσα έλεγε ο κόσμος, οι στρατιώτες είχαν τοποθετήσει ένα ειδικό συρματόπλεγμα γύρω από τα στρατόπεδά τους, το οποίο ανά μερικά μέτρα συνδεόταν με μια βόμβα. Αν οι καταραμένοι ινδιάνοι τολμούσαν ποτέ να πλησιάσουν, έλεγαν, οι στρατιώτες, το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν να σηκωθούν από τις κουκέτες τους και να χτυπήσουν το συρματόπλεγμα με κάτι μεταλλικό -όπως, για παράδειγμα, ένα καπάκι μπύρας- και όλες οι βόμβες θα εκρήγνυνταν. Και, αν οι ινδιάνοι προσπαθούσαν να κόψουν το συρματόπλεγμα, και πάλι οι βόμβες θα εκρύγνυνταν.

Βεβαίως, οι στρατιώτες φημίζονται ότι δεν κοιμούνται ποτέ, κι έτσι, κατ’ αρχήν, οι ινδιάνοι δε θα μπορούσαν ποτέ ούτε καν να πλησιάσουν τις βόμβες. Οι στρατιώτες επαίρονταν ότι κανείς δε θα μπορούσε ποτέ να διαβεί τη γραμμή των βομβών.
Ωστόσο, έπειτα από όλες αυτές τις προετοιμασίες, τι συνέβη; Την πρώτη Γενάρη, οι στρατιώτες ξύπνησαν όταν οι Ζαπατίστας έφτασαν στο Σαν Κριστόμπαλ! Αλλά ήταν περικυκλωμένοι! Δεν είδαν τους Ζαπατίστας όταν μπήκαν από τα σημεία ελέγχου μαζί με τους άλλους ταξιδιώτες των λεωφορείων οικονομικής θέσης. Δεν αντιλήφθηκαν ότι οι Ζαπατίστας έβγαιναν από τα φορτηγά στο σταθμό των λεωφορείων και περπατούσαν προς το κέντρο της πόλης. Δεν είδαν τίποτα! Και όταν οι στρατιώτες ξύπνησαν, οι Ζαπατίστας είχαν ήδη περικυκλώσει το Κυβερνητικό Μέγαρο και είχαν τοποθετήσει τη δική τους φρουρά γύρω από την πόλη! Έπειτα από όλα αυτά, αυτός που έμεινε έξω από την πόλη ήταν ο στρατός, κρυμμένος στα στρατόπεδά του! Οι Ζαπατίστας θριάμβευσαν, απλά αγνοώντας τον! Μόνο την επόμενη μέρα, και αφού είχαν ολοκληρώσει αυτό που έπρεπε να κάνουν στην πόλη, οι Ζαπατίστας πήγαν να επισκεφτούν τελικά τους στρατιώτες!

Οι Ζαπατίστας είναι απλά ιθαγενείς, αλλά αυτό που είχαν ξεχάσει οι αξιωματικοί του στρατού είναι πως και οι ινδιάνοι είναι άνθρωποι. Και αφού είναι άνθρωποι, μπορούν και αυτοί να είναι οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι, όπως ο στρατός. Το μόνο που χρειάζονταν ήταν η ιδέα. Και όταν αυτή εμφανίστηκε, η σκέψη τους ξετυλίχτηκε με πολύ καλύτερο τρόπο από εκείνο του στρατού! Οι Ζαπατίστας απέδειξαν ότι οι αξιωματικοί που ήταν δάσκαλοι της τέχνης του φόνου ήταν ηλίθιοι! Από εκείνη τη μέρα, όλοι εμείς, ακόμη και αυτοί που δεν είμαστε εχθροί της κυβέρνησης, αισθανόμαστε κάτι σαν γέλιο να μας γαργαλάει το λάρυγγα.

Αν υπάρχει ένα θλιβερό κομμάτι σε όλα αυτά, είναι ότι, παρά το γεγονός ότι οι Ζαπατίστας είναι άνθρωποι, χρειάστηκε να ζουν κρυμμένοι από τότε μέχρι σήμερα. Δεν μπορούν να κοιμούνται στα κρεβάτια τους, ούτε να κατοικούν στα σπίτια τους, αλλά πρέπει να παραμένουν κρυμμένοι σε σπηλιές της ζούγκλας. Ακόμη κι αν θέλουν να κάνουν παιδιά, όπως κάθε άλλος άνθρωπος, πρέπει να έχουν σχέσεις μέσα στις σπηλιές. Σαν τους αρμαδίλους!».

Τέλος της ιστορίας.

Και μιας και μιλάμε για ημερολόγια των από πάνω και των από κάτω, ας θυμηθούμε ότι 15 χρόνια έχουν περάσει και από τότε που τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη Ελεύθερου Εμπορίου. Γι’ αυτό, ας πούμε τώρα μια ιστορία ελεύθερου εμπορίου…

Τέλη Ιούνη (Γενάρης): προς μια ελεύθερη αγορά

«Στη διάρκεια των περίπου δύο πρώτων εβδομάδων του αποκλεισμού του Σαν Κριστόμπαλ, κανένας λευκός αξιωματούχος δεν εθεάθη δημόσια, κανένας αστυνομικός, κανένας τροχονόμος, κανένας φοροεισπράκτορας της αγοράς. Ούτε ένας. Είχαν εξαφανιστεί! Ήταν τόσο τρομαγμένοι από τους Ζαπατίστας που κρύφτηκαν.

Όμως, τη στιγμή ακριβώς που βεβαιώθηκαν ότι ο ζαπατιστικός στρατός είχε αποσυρθεί και δε θα επιστρέψει, τότε, ωπ!, αμέσως εμφανίστηκαν ξανά οι τροχονόμοι, αφαιρώντας τις πινακίδες από τα αυτοκίνητα, οι δημοτικοί αστυνομικοί, ξυλοκοπώντας μεθυσμένους, και οι φοροεισπράκτορες, κυνηγώντας τις φτωχές γυναίκες που προσπαθούσαν να πουλήσουν τις ντομάτες και τα λεμόνια τους στις γωνιές των δρόμων. Ξαφνικά, όταν έφυγαν οι Ζαπατίστας, έπαψαν να φοβούνται. Ωστόσο, όσο οι Ζαπατίστας ήταν εδώ, έμεναν στα σπίτια τους, με τις κουρτίνες τραβηγμένες, τρέμοντας από φόβο. Ούτε καν να πλαγιάσουν με τη γυναίκα τους δεν μπορούσαν, τόσο φοβισμένοι ήταν.

Άραγε καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ήταν τρομοκρατημένοι από τους ιθαγενείς -γιατί αυτό είναι οι Ζαπατίστας, ινδιάνοι. Όταν εμείς, οι άλλοι ιθαγενείς, το αντιληφθήκαμε αυτό, αμέσως αισθανθήκαμε δυνατοί. Δυνατοί σαν τους Ζαπατίστας. Οι μιγάδες του Σαν Κριστόμπαλ πάντοτε μας υποτιμούσαν, μόνο και μόνο επειδή δε μιλούσαμε σωστά τα ισπανικά. Αλλά τώρα όλα είχαν αρχίσει να αλλάζουν.

Ένα παράδειγμα γι’ αυτό είναι όταν, στα μέσα Γενάρη, και ενώ οι αξιωματούχοι ακόμα κρύβονταν, οι ιθαγενείς πωλητές ξυλοκάρβουνου συγκεντρώθηκαν και σχημάτισαν τη Ζαπατιστική Οργάνωση Πωλητών Ξυλοκάρβουνου. Στη συνέχεια, χωρίς να ζητήσουν την άδεια κανενός, μετακόμισαν από το ερημικό σημείο στο οποίο τους είχαν υποχρεώσει να πουλούν τα ξυλοκάρβουνά τους στο παρελθόν, στο δρόμο ακριβώς δίπλα από την κεντρική αγορά.

Είναι γεγονός ότι τα ξυλοκάρβουνα είναι πραγματικά βρώμικα. Όλα γύρω τους καλύπτονται από μια μαύρη σκόνη, και γι’ αυτό οι αξιωματούχοι της αγοράς τους κρατούσαν πάντοτε μακριά από το τμήμα όπου σύχναζε ο “καλός κόσμος” και οι τουρίστες. Ωστόσο, από τη στιγμή που δεν υπήρχε κανείς για να τους σταματήσει, οι πωλητές ξυλοκάρβουνου μπόρεσαν να πάνε δίπλα στους υπόλοιπους.

Όμως, υπήρχαν και πολλοί άλλοι ιθαγενείς που πάντοτε εκδιώκονταν μακριά από την αγορά. Όταν αυτοί οι άνθρωποι είδαν ότι οι πωλητές ξυλοκάρβουνου είχαν αλλάξει θέση χωρίς να ζητήσουν την άδεια κανενός, άρχισαν να έρχονται και να ρωτούν αν μπορούν να μετακομίσουν κι αυτοί. Αμάν! Αμέσως εμφανίστηκαν διακόσια άτομα και κάθισαν με τάξη στη σειρά, πουλώντας χορταρικά και φρούτα και ξυλοκάρβουνα, εκεί όπου πριν υπήρχε μόνο ένας χώρος στάθμευσης στον οποίο οι πλούσιοι άφηναν τα αυτοκίνητά τους! Την πρώτη μέρα που συγκεντρώθηκαν εκεί, ο επικεφαλής των πωλητών ξυλοκάρβουνου τους απηύθυνε το λόγο. Αδέλφια!, αναφώνησε, μη φοβάστε! Τώρα είμαστε πολλοί πωλητές εδώ, σ’ αυτό το δρόμο. Ας επιτρέψουμε σε όλους εκείνους που τους υποχρέωναν πάντα να πουλούν τα προϊόντα τους μακριά από τις καρότσες των φορτηγών, σε όλους εκείνους που τους έδιωχναν μακριά από την αγορά, να έρθουν εδώ, στο κέντρο, μαζί μας. Ας τους επιτρέψουμε να έρθουν και να καταλάβουν μια θέση σε αυτές τις σειρές που έχουμε φτιάξει και θα δούμε μετά αν οι αξιωματούχοι τολμήσουν να πουν τίποτα! Μόνο ένα πράγμα έχω να πω σε όλους αυτούς που συγκεντρώνονται μαζί μας: δε θέλω να ακούσω κανέναν να λέει ότι φοβάται! Αν μείνουμε ενωμένοι και αποφασισμένοι, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα! Όλοι οι ιθαγενείς μικροπωλητές πετάχτηκαν επάνω. Είμαστε μαζί σου!, απάντησαν με χαρά.

Έτσι, καθημερινά, νωρίς το πρωί, όλοι αυτοί οι άνθρωποι έρχονταν, σχημάτιζαν σειρές με τάξη και άπλωναν τα εμπορεύματά τους στο έδαφος.

Όμως, έφτασε τελικά η μέρα που ο διευθυντής της αγοράς επέστρεψε. Και, καθώς ήταν ο αρχηγός της αγοράς και όλων των δρόμων που την περιβάλλουν, στήθηκε μπροστά στον πρώτο πωλητή ξυλοκάρβουνου που είδε και τον ρώτησε: Ποιος σου έδωσε την άδεια να πουλάς εδώ; Δε χρειαζόμαστε άδεια από κανέναν, γιατί εμείς ανήκουμε σε μια οργάνωση. Τι οργάνωση και μαλακίες; Πάρε όλα αυτά τα σκατά και πήγαινε στο διάβολο, άτιμε, μακριά από ‘δω, πριν θυμώσω, φώναξε ο διευθυντής, δε θέλω να ακούσω ούτε λέξη παραπάνω, καθίκια! Θα υπακούσεις ή όχι, πουτάνας γιε;

Παναγία μου! Φαινόταν πραγματικά οργισμένος. Όμως όχι, εμείς δε φύγαμε από ‘κει. Είμαστε φτωχοί και απλοί άνθρωποι και έχουμε ανάγκη να πουλήσουμε τα προϊόντα μας για να μπορούμε να φάμε, απάντησε με πείσμα ο ινδιάνος. Τότε, τελικά, μίλησε ο επικεφαλής των πωλητών ξυλοκάρβουνου. “Μοιάζεις πολύ θαρραλέος τώρα”, είπε στο διευθυντή με ήρεμο τρόπο, “αλλά όταν οι Ζαπατίστας βρίσκονταν εδώ δεν είπες τίποτα, γιατί κρυβόσουν πίσω από τη φούστα της γυναίκας σου. Μέχρι τώρα δεν είχες τα αρχίδια να μιλήσεις. Λοιπόν, ποιος είναι το καθίκι; Ίσως θα ήταν καλύτερα για σένα να το βουλώσεις, γιατί, αν μας διώξεις, θα φροντίσουμε να μάθει η διοίκηση των Ζαπατίστας το όνομά σου και να ενημερωθεί για το τι είδος άνθρωπος είσαι. Σήμερα μπορεί να νικήσεις, αλλά μάλλον θα πρέπει να σκεφτείς τι θα σου στοιχίσει στο μέλλον”.

Αν είναι δυνατόν! Ποτέ πριν ένας ινδιάνος δεν είχε μιλήσει μ’ αυτόν τον τρόπο στο διευθυντή! Εκείνος άρχισε να τρέμει, άγνωστο αν ήταν από φόβο ή από οργή, και μετά γύρισε την πλάτη και εξαφανίστηκε, χωρίς να πει ούτε μία λέξη, παίρνοντας μαζί του όλους τους φοροεισπράκτορες.

Έτσι ήταν τα πράγματα μέχρι τις αρχές Μάρτη. Χάρη στους Ζαπατίστας, οι ινδιάνοι έμαθαν να εξεγείρονται από μόνοι τους…».

Ταν ταν.

Ευχαριστώ πολύ. Τα λέμε αύριο.

Εξεγερμένος υποδιοικητής Μάρκος

Μεξικό, 2 Γενάρη 2009.   
            

 

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *